Τρίτη 28 Ιουλίου 2009

Ο Πουπουλένιος

Ένα ημιεγκαταλελειμμένο κτήριο διαμορφώνεται αυτή την περίοδο για το ανέβασμα της νέας θεατρικής δουλειάς του Γρηγόρη Χατζάκη, «Ο ΠΟΥΠΟΥΛΕΝΙΟΣ» του Μάρτιν Μακντόνα στου Ψυρρή, στη διασταύρωση μεταξύ Σαρρή και Αριστοφάνους.

Ένα πρωτόγνωρο εγχείρημα που το κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρον με το αριστουργηματικό ψυχολογικό θρίλερ του Μάρτιν Μακντόνα.

Ένας συγγραφέας, σε ένα απολυταρχικό καθεστώς βρίσκεται υπό κράτηση, ως βασικός ύποπτος για μια σειρά φόνων παιδιών, οι οποίοι βασίζονται σε παραμύθια που έχει γράψει…

Οι θεατές πρόκειται να βιώσουν μία πρωτόγνωρη εμπειρία, καθώς στόχος της παράστασης είναι να παρασύρει τους θεατές σε ένα θεατρικό ταξίδι, γινόμενοι μάρτυρες ενός εφιάλτη... αυτόν του ήρωα του έργου, σε ένα ρεαλιστικό χώρο.

«Ο ΠΟΥΠΟΥΛΕΝΙΟΣ» του Μάρτιν Μακντόνα ανεβαίνει την Πέμπτη 30 Απριλίου για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων από μία -πολλά υποσχόμενη- ομάδα νέων ηθοποιών, υπό την καθοδήγηση του Γρηγόρη Χατζάκη.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη
Σκηνοθεσία: Γρηγόρης Χατζάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Δανάη Χατζάκη
Μουσική: Χρίστος Θεοδώρου
Βοηθός Σκηνοθέτης: Δημήτρης Βαρβαντάκης
Φωτογραφίες: Κωστής Ζάγκας

ΠΑΙΖΟΥΝ :
Στέφανος Παπατρέχας
Χρήστος Κοροβίλας
Κατερίνα Χατζάκη
Μύρια Χώπλαρου
Λήδα Θωμαίδη



Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Το πράσινο Γουρουνάκι…

pig_green_250x250 Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα αγρόκτημα σε μια ξένη χώρα, πολύ μακριά, ζούσε ένα γουρουνάκι που ήταν διαφορετικό από όλα τα άλλα γουρούνια γύρω του. Ήταν διαφορετικό από όλα τα άλλα γουρούνια γιατί ήταν χτυπητό πράσινο. Ένα πράσινο που φωσφορίζει, ας πούμε. Λοιπόν, στο γουρουνάκι άρεσε στ’ αλήθεια που ήταν πράσινο. Όχι πως δεν του άρεσε το χρώμα των κανονικών γουρουνιών, το ροζ του φαινόταν ωραίο κι αυτό, αλλά αυτό που του άρεσε ήταν, του άρεσε που ήταν λίγο διαφορετικό, λίγο παράξενο. Στα άλλα γουρούνια γύρω του δεν τους άρεσε που ήταν πράσινο όμως. Ζήλευαν και το ταλαιπωρούσαν και του έκαναν τη ζωή δύσκολη και όλη αυτή η φασαρία έσπασε τα νεύρα των χωρικών και σκέφτηκαν «Χμμ, μάλλον πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτό». Κι έτσι μια νύχτα, πού όλα τα γουρούνια είχαν αποκοιμηθεί έξω στα χωράφια, πήγαν σιγά – σιγά και άρπαξαν το πράσινο γουρουνάκι και το έφεραν πίσω στο στάβλο, και το γουρουνάκι στρίγγλιζε και όλα τα άλλα γουρούνια το κορόιδευαν. Και όταν οι χωρικοί το πήγαν στον στάβλο, να τι έκαναν, άνοιξαν ένα μεγάλο δοχείο με μια ειδική ροζ μπογιά και το βούτηξαν μέσα ώσπου έβαψε ολόκληρο από τα πόδια μέχρι το κεφάλι και δεν έμεινε ούτε ίχνος πράσινου, και το κράτησαν ακίνητο ώσπου να στεγνώσει. Και το ειδικό αυτής της ροζ μπογιάς ήταν ότι δεν έβγαινε ποτέ και δεν μπορούσε να βαφτεί άλλο χρώμα από πάνω. Και το πράσινο γουρουνάκι είπε « Ω, σε παρακαλώ Θεέ μου, σε παρακαλώ μην τους αφήσεις να με κάνουν σαν τα άλλα. Είμαι ευτυχισμένο που είμαι λίγο παράξενο». Αλλά ήτα πολύ αργά, η μπογιά είχε στεγνώσει, και οι χωρικοί το έστειλαν πίσω στα χωράφια, και όλα τα ροζ γουρούνια το κορόιδευαν καθώς πέρασε και πήγε να καθίσει στο αγαπημένο του κομματάκι από γρασίδι, και προσπαθούσε να καταλάβει γιατί ο Θεός δεν είχε ακούσει τις προσευχές του, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει και έκλαιγε ώσπου το πήρε ο ύπνος, και ούτε τα χιλιάδες δάκρυά του δεν μπόρεσαν να ξεπλύνουν την τρομερή ροζ μπογιά, γιατί δεν έβγαινε ποτέ και δε βαφόταν από πάνω. Και το πήρε ο ύπνος.
Εκείνη τη νύχτα όμως, καθώς όλα τα γουρούνια στα χωράφια είχαν αποκοιμηθεί, κάτι παράξενα, παράξενα σύννεφα καταιγίδας άρχισαν να μαζεύονται ψηλά και άρχισε να βρέχει, σιγανά στην αρχή αλλά μετά όλο και πιο δυνατά. Όμως αυτή δεν ήταν συνηθισμένη βροχή, ήταν μια πολύ ειδική πράσινη βροχή, πηχτή σχεδόν σαν μπογιά και όχι μόνο αυτό, είχε και κάτι άλλο ιδιαίτερο. Δεν έβγαινε ποτέ και δε βαφόταν από πάνω. Και όταν ξημέρωσε και η βροχή είχε σταματήσει και όλα τα γουρούνια ξύπνησαν, ανακάλυψαν ότι όλα ανεξαιρέτως είχαν γίνει χτυπητά πράσινα. Όλα ανεξαιρέτως εκτός, φυσικά, από το παλιό πράσινο γουρουνάκι, που ήταν τώρα ροζ γουρουνάκι, που πάνω του η παράξενη βροχή δεν είχε σταθεί εξαιτίας της μπογιάς με την οποία το είχαν βάψει οι χωρικοί νωρίτερα και που δεν μπορούσε να ξαναβαφτεί. «Αξανάβαφτη μπογιά». Και καθώς κοιτούσε την περίεργη θάλασσα από πράσινα γουρούνια γύρω του, που τα περισσότερα έκλαιγαν σαν μωρά, χαμογέλασε, και ευχαρίστησε την καλή του τύχη, και ευχαρίστησε τον Θεό, γιατί ήξερε πως ήταν ακόμη, και θα ήταν πάντα, λιγάκι παράξενο.

Μάρτιν ΜακΝτόνα

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

Για αυτό που ποτέ δε θα μπει μέσα στα βιβλία

51smHOWhkmL__SS500_

“Υπάρχουν άνθρωποι κάπου που δεν
αντέχουν άλλο τη σιωπή.
Αφήνουν οτιδήποτε σημάδια για να
φανερωθεί ότι πέρασαν από εδώ.
Άλλοι βάζουν τ’ όνομά τους σ’ έναν τοίχο ή στον ώμο
ενός αγάλματος.
Υπάρχουν άνθρωποι που αφήνουν από τον εαυτό τους
μόνο την ημερομηνία ή τ’ αρχικά μιας αγάπης.
Υπάρχουν τρελοί που χαράζουν πάνω σ’ ένα
νυχτερινό παγκάκι
την ομολογία ενός φόνου.
Υπάρχουν περιπλανώμενοι που αφήνουν σ’ ένα
δέντρο
το ανίερο χνάρι του πάθους τους.
Οι διαβάτες με το αδειανό βλέμμα και αυτοί
που αναρωτιόνται
για ένα μήνυμα αφημένο σε μια πόρτα.
Για μια λέξη που δεν έχει πια νόημα αφότου
κατεδαφίστηκε η φυλακή.
Οι διαβάτες κοιτάζουν να καίγονται μάταια
τα σημάδια.
Οι διαβάτες δεν καταλαβαίνουν τίποτε
γι’ αυτή τη βιασύνη
να έχεις να γράψεις αυτό που ποτέ δε θα μπει
μέσα στα βιβλία”

ARAGON